Breaking

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

Γυναικοκτονίες: Η ζωή πίσω από τις κλειστές πόρτες για τους γονείς που πενθούν – «Είμαστε σε παραλήρημα, πιστεύουμε πως θα συναντήσουμε τα παιδιά μας»

Κωνσταντίνα Χαϊνά

Κατερίνα Κώτη και Κούλα Αρμουτίδου. Δύο ονοματεπώνυμα που σπάνια ακούγονται στις ειδήσεις, αφού πια τις χαρακτηρίζει μόνο το όνομα των δολοφονημένων παιδιών τους. Πρόκειται για την μητέρα της 31χρονης Ντόρας Ζαχαριά και της 21χρονης Ελένης Τοπαλούδη. Η υπέρτατη απώλεια που έχουν βιώσει και ο πόνος που νιώθουν καθημερινά, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα διαφυγής, τις έφερε κοντά. Τις έκανε μία γροθιά και κάθε τους λέξη καθηλώνει, στις δράσεις που συμμετέχουν, με μοναδική τους ευχή στο τέλος της ομιλίας τους, να μην ακολουθήσουν άλλες γυναικοκτονίες.

Της Κωνσταντίνας Χαϊνά

Όμως, η ευχή τους, μέχρι στιγμής, δεν έχει γίνει πραγματικότητα. Βάφτηκαν με αίμα κι άλλα χέρια ανδρών, όταν αποφάσισαν να δολοφονήσουν εν ψυχρώ τις συντρόφους τους, που είτε τόλμησαν να δώσουν ένα τέλος στην σχέση τους και να ζήσουν ελεύθερες, είτε αρνήθηκαν να συνευρεθούν σεξουαλικά μαζί τους. Την ίδια στιγμή, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, οι ζωές των ανθρώπων που μένουν πίσω, και θρηνούν μέχρι και σήμερα το αγαπημένο τους πρόσωπο, ανατρέπονται, και πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών τους, καλούνται να διαχειριστούν το πένθος τους.

Πώς επιβιώνουν οι γονείς των δολοφονημένων γυναικών; Πώς βρίσκουν το κουράγιο να στέκονται απέναντι στο πένθος με αξιοπρέπεια και δύναμη; Αυτά είναι δύο ερωτήματα για τα οποία θα έπρεπε να υπάρχουν ήδη απαντήσεις από την Πολιτεία, που ωστόσο φαίνεται πως απουσιάζει αντί να βρίσκεται στο πλευρό αυτών των οικογενειών που έχασαν τα παιδιά τους με τόσο βίαιο και άδικο τρόπο. Από την μία στιγμή στην άλλη, πρέπει να ανταπεξέλθουν στα δικαστικά έξοδα για τον αγώνα για δικαιοσύνη, ενώ παράλληλα προσπαθούν να έχουν «σώας τας φρένας».

Κατερίνα Κώτη, μητέρα Ντόρας Ζαχαριά: Όλα έχουν μετατραπεί σε έναν ατελείωτο πόνο ψυχής

Έχουν περάσει τρία χρόνια, από την δολοφονία της Ντόρας Ζαχαριά, τον Σεπτέμβριο του 2021, όταν ο πρώην σύντροφός της, την πυροβόλησε δύο φορές με αποτέλεσμα να της αφαιρέσει ακαριαία τη ζωή, επειδή εκείνη, του ζήτησε να χωρίσουν. Η μητέρα της, μιλώντας στο enikos.gr τονίζει πως είναι δύσκολο να παλεύεις καθημερινά με την λογική και το συναίσθημα. Από την μία είναι ο πόνος για το αδικοχαμένο της παιδί, και από την άλλη η ευθύνη που την βαραίνει, για τα υπόλοιπα παιδιά που πρέπει να ζήσουν, να ξεπεράσουν την απώλεια και να φτιάξουν την ζωή τους.

«Έχουμε χάσει την γη κάτω από τα πόδια μας. Ο δολοφόνος της Ντόρας, βύθισε στον πόνο και στο πένθος ολόκληρη την οικογένειά μας. Πρέπει εμείς, ως γονείς, να βρίσκουμε το κουράγιο να “σηκωνόμαστε” καθημερινά, να κάνουμε στην άκρη τα συναισθήματά μας, και να δίνουμε ελπίδες στα υπόλοιπα παιδιά που κάνουν όνειρα, και ονειρευόμαστε και εμείς μαζί τους. Μαζί με το παιδί που έχουμε χάσει, θρηνούμε και το παρελθόν μας, την ξεγνοιασιά μας, τις χαρούμενες στιγμές και τα γέλια μας. Τώρα όλα αυτά έχουν μετατραπεί σε έναν ατελείωτο πόνο ψυχής. Αλλά, αντλούμε δύναμη και συνεχίζουμε τον αγώνα μας για την δικαίωση όλων των κοριτσιών μας. Θέλουμε να μην χαθούν άλλες ψυχούλες, να μην βιώσει άλλη οικογένεια αυτόν τον πόνο, που δεν έπρεπε ούτε καν εμείς να νιώθουμε» λέει αρχικά, η κα Κατερίνα Κώτη.

Η κα Κατερίνα συνεχίζει την καθημερινότητά της. Συνεχίζει να εργάζεται, σε μία προσπάθεια να υπάρχει μία «κανονικότητα». Ο πόνος όμως, είναι πόνος, λέει η ίδια, μη μπορώντας να συγκρατήσει την συγκίνησή της, μιλώντας για την κόρη της. «Δεν σταματάς να σκέφτεσαι το αδικοχαμένο παιδί σου. Δεν μπορώ καν να σκεφτώ, τι η Ντόρα μου έχει φύγει. Είναι κοντά μου, το πιστεύω αυτό. Το παιδί μου δεν έχει χαθεί, νιώθω ότι είναι δίπλα μου. Είναι ευλογία να μπορώ να αντιλαμβάνομαι τα σημάδια που μου στέλνει. Νιώθω την δύναμη της ψυχής της, την λάμψη της, την αύρα της. Προχωράμε μαζί γιατί αυτό θέλει εκείνη. Ήταν ένα παιδί δυναμικό και πιστεύω πως δεν έχει τελειώσει τίποτα».

Η μοναδική απάντηση που υπάρχει για εκείνη στην ερώτηση “πού βρίσκεις την δύναμη να υπάρχεις;”, είναι η Ντόρα. «Δεν ξέρω πόσο ακόμη θα αντέξω» αναφέρει, και προσθέτει πως προς το παρόν, μπορεί να διαχειριστεί την απουσία της με την βοήθεια της οικογένειάς της. «Είμαι σίγουρη πως και εκείνη εάν συνέβαινε οτιδήποτε σε κάποιο μέλος της οικογένειας, δεν θα έμενε άπραγη. Θα πάλευε και θα αγωνιζόταν. Έτσι και εγώ, δεν μπορώ να μείνω με σταυρωμένα τα χέρια. Ξέρω τι παιδί γέννησα και τι παιδί μεγάλωσα. Με τις υπόλοιπες μάνες, κάναμε τον πόνο μας, δράση. Έχουμε συχνή επικοινωνία και είναι τραγικό το γεγονός ότι μας δένει ο χειρότερος πόνος: Τα δολοφονημένα κορίτσια μας. Ξέρετε τι είναι να προσπαθείς να χαμογελάς με ραγισμένη καρδιά; Έχουν αλλάξει τα πάντα. Έχουμε βρεθεί σε έναν άλλον κόσμο. Πιστεύουμε πως κάποια στιγμή θα βρεθούμε με τα παιδιά μας. Ζούμε μέχρι να τα συναντήσουμε».

Φτάνοντας στον Γολγοθά που καλούνται να ζουν οι γονείς των δολοφονημένων γυναικών, μετά τον χαμό του παιδιού τους, η φωνή της κας Κατερίνας αλλάζει, και ο θυμός, γίνεται εμφανής. «Δεν μας στήριξε κανένας από το κράτος, έστω ψυχολογικά. Θα έπρεπε να συμβαίνει αυτό. Θα έπρεπε, η Πολιτεία να είναι δίπλα και στις οικογένειες που μένουν πίσω, έπειτα από κάθε δολοφονία παιδιού. Δεν μπορώ να διανοηθώ πώς θα ήταν να ζούσε ο δολοφόνος της κόρης μου και εγώ να τρέχω στα δικαστήρια για εκείνον. Ευτυχώς ο δολοφόνος της Ντόρας αυτοκτόνησε και πήγε εκεί που πρέπει. Στο σκοτάδι. Όταν πάω σε Εφετεία, οι γονείς των δολοφονημένων κοριτσιών δεν μπορούν να εκφραστούν. Αν τους ξεφύγει κάτι μέσα στην δικαστική αίθουσα, τους κάνουν παρατήρηση, ενώ δεν θα έπρεπε καν να βρίσκονται οι οικογένειες εκεί και να βιώνουν ξανά και ξανά τον θάνατο του παιδιού τους. Να αντικρίζουν τους δολοφόνους με γραβάτες και κοστούμια, ενώ εκείνοι δεν έχουν τα λεφτά να ανταπεξέλθουν στα δικαστικά έξοδα. Μιλάμε για χιλιάδες ευρώ. Θα έπρεπε να είχαν απαλλαγεί από αυτά τα έξοδα. Δεν φτάνει που μας “φάγανε” το παιδί, θα πληρώνουμε κιόλας; Ξέρετε πόσο δύσκολο είναι να βλέπεις τον δολοφόνο του παιδιού σου να κυκλοφορεί ελεύθερος; Να ακούς τους συγγενείς τους να λένε “είναι το καλύτερο παιδί”; Να διαβάζεις σχόλια “κάτι θα του έκανε”; Ως μάνα που της δολοφόνησαν το παιδί, μόνο ντροπή μπορώ να νιώσω».

Κούλα Αρμουτίδου, μητέρα Ελένης Τοπαλούδη: «Έμεινε ένα γεμάτο σπίτι με αναμνήσεις του δολοφονημένου παιδιού μου»

Η άγρια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη τον Νοέμβριο του 2018, έχει καταγραφεί ως ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα στη χώρα μας. Βιάστηκε και δολοφονήθηκε από δύο νεαρά παιδιά, μόλις 19 και 21 ετών, ενώ το άψυχο σώμα της εντοπίστηκε από κλιμάκιο του Λιμενικού στη Λίνδο, στην περιοχή «Φώκια» στους Πεύκους. Η μητέρα της, εξηγεί στο enikos.gr πως η ζωή της, μαζί με τον σύζυγό της, έχει μοιραστεί σε δύο κομμάτια: Πριν την φρικτή απώλεια του παιδιού της, και η επόμενη ημέρα.

«Πριν δολοφονηθεί η Ελένη, υπήρχε χρώμα στην ζωή μας, προσμονή, αισιοδοξία και χαρά. Θα τελείωνε την σχολή της, και στην συνέχεια θα έκανε το μεταπτυχιακό και τα ταξίδια που ονειρευόταν. Αυτό της έλεγα πάντα. “Θα τελειώσεις και θα πας στην Αγγλία να πιάσεις δουλειά, όπως και στην Νέα Υόρκη και στο Περού. Και ξαφνικά, την σκοτώνουν».

Τα πρώτα χρόνια που πέρασαν μετά την φρικτή δολοφονία της Ελένης, η κα Κούλα Αρμουτίδου αναφέρει πως χρειαζόταν φαρμακευτική αγωγή για να ανταπεξέλθει στην καθημερινότητά της. «Δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς την δολοφονία του παιδιού σου. Δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς αυτόν τον καημό, αυτό το φαρμάκι, και τις πληγές που αιμορραγούν και δεν γιατρεύονται ποτέ. Ο χρόνος δεν μπορεί να γιατρέψει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, όσο περνάει, σε εξουθενώνει, σε αποδιοργανώνει και σε γκρεμίζει στα τάρταρα. Έτσι νιώθω, πεταμένη στα τάρταρα. Σηκώνομαι και ξαναπέφτω, είναι φρικτό, όλο αυτό που καλείται να βιώσει η οικογένεια του κάθε θύματος. Δεν είμαι ο άνθρωπος που ήμουν. Μεταμορφώθηκα σε κάτι άλλο. Είχα ενέργεια, ήμουν δραστήρια, ήμουν αισιόδοξη. Όλα αυτά χάθηκαν και έμεινε ένα γεμάτο σπίτι με αναμνήσεις του δολοφονημένου παιδιού μου. Προσπαθώ να μην τρελαθώ».

Σε κάθε γωνιά του σπιτιού της οικογένειας της Ελένης, υπάρχουν αντικείμενά της. Τα ρούχα της, τα αρώματά της, οι σημειώσεις της μέσα σε βιβλία. Όπως λέει η μητέρα της, είναι ένα σπίτι γεμάτο, χωρίς την παρουσία της κόρης της. «Εξαπατώ τον εαυτό μου κάθε μέρα. Είμαι σε ένα παραλήρημα. Μιλάω με τις φωτογραφίες, αγκαλιάζω τα τετράδιά της και ζω με όλες αυτές τις αναμνήσεις. Δεν μου είναι όμως αρκετές. Μου καταστρέψανε την ζωή και προσπαθώ να την κουμαντάρω. Έχω ένα ζωντανό παιδί που μου λέει “μαμά είμαι και εγώ εδώ”. Δεν του συμπαραστέκομαι όσο θα έπρεπε. Ο Πέτρος μου (σ.σ. αδελφός της Ελένης) υποφέρει. Υποφέρουμε όλοι μας. Δεν πρόλαβε η Ελένη μου να σταθεί δίπλα του, να ζήσουν την αδελφική αγάπη. Μόνο εκείνος ξέρει πώς βιώνει τον χαμό της».

Η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη ξεσπά, όταν η συζήτηση φτάνει στις αρμοδιότητες της Πολιτείας, και δεν μπορεί να κρύψει λεπτό την οργή της, τονίζοντας πως το κράτος είναι «τιμωρητικό» στις οικογένειες των θυμάτων. «Κανένας δεν την “πληρώνει”. Πρέπει να σταματήσει το παραμύθι για αυτά τα περιβόητα ισόβια. Μας εξαπατούν και μας κοροϊδεύουν. Πού είναι οι νόμοι τους; Πού είναι η προστασία τους; Πού είναι η στήριξή τους; Ο δολοφόνος του παιδιού μου καταφεύγει ξανά, για δεύτερη φορά στον Άρειο Πάγο, και εμείς πρέπει να αποδείξουμε τι; Την δολοφονία; Δεν μου περισσεύουν χρήματα. Να βάλουμε ξανά δικηγόρους; Για ποιο λόγο; Είναι δυνατόν να μιλάμε για τα δικαιώματα των δολοφόνων; Ο ποινικός κώδικας είναι υπέρ τους. Οι νόμοι, δεν αρκούν. Είναι σαν ένα καλοστημένο παιχνίδι, με πρωταγωνιστές τους δολοφόνους των παιδιών μας, που ενδέχεται να τους αναγνωριστούν και ελαφρυντικά. Δεν είναι δευτερεύοντα ζητήματα η ψυχολογική και οικονομική μας στήριξη, όπως και η δικαίωση των κοριτσιών μας στα δικαστήρια. Θέλουμε να μας σέβονται, να σέβονται το πένθος μας, χωρίς να βρεθούν στην θέση μας. Γιατί εάν είχαν βρεθεί, σίγουρα τα πράγματα σήμερα θα ήταν διαφορετικά».

Ελένη Τοπαλούδη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου